| heading |
επικεφαλίδα,
τίτλος, ομάδα λογαριασμών |
| headquarters |
αρχηγείο,
κεντρικά γραφεία εταιρείας |
| hedge |
φράκτης,
μτφ. εξασφάλιση , άμυνα |
| hedging |
ο
όρος περιλαμβάνει α. τη λήψη μέτρων για την ασφάλιση μιας ενδεχόμενης ζημίας
β., μια προθεσμιακή πώληση ενός χρεωγράφου όταν υπάρχει κίνδυνος πτώσης της
τιμής , αντιστάθμιση κινδύνου |
| heritage |
κληρονομία |
| historical cost |
αρχικό
κόστος |
| household name |
όνομα
προϊόντος που έχει γίνει κοινότατη καθημερινή λέξη |
| holding company |
εταιρεία
συμμετοχών |
| hold/holder |
κρατώ,
κατέχω/δικαιούχος, κάτοχος (ενός τίτλου) |