raise/raise
money |
(ουσ.) αύξηση,
(ρ.) ανυψώνω, αυξάνω/ συλλέγω χρήματα |
random/at random |
τυχαίος
,απρογραμμάτιστος/στην τύχη |
range |
σειρά,εμβέλεια,ακτίνα,πεδίο |
rapid |
γρήγορος |
rate |
αναλογία,ποσοστό
επιί τοις εκατό,καθορισμένη τιμή,ύψος τιμής |
rating |
κατάταξη
της πιστοληπτικής ικανότητας εταιρειών, διατίμηση |
ratification |
επικύρωση,
επιβεβαίωση |
ratio |
λόγος,αναλογία,σχέση.βαθμός,συντελεστής |
raw material |
πρώτη
ύλη |
reaction |
αντίδραση |
real time processing |
επεξεργασία
πραγματικού χρόνου |
realization |
πραγματοποίηση |
reasonable |
λογικός |
reassure |
καθησυχάζω |
rebate |
έκπτωση,
επιστροφή (φόρου,τόκου κλπ) |
receivable |
εισπρακτέος |
receivables |
οφειλές,χρεώστες,χορηγήσεις
(σε τρεχούμενους λογαριασμούς) |
receipt |
απόδειξη |
receiver, also recipient |
αποδέκτης,
παραλήπτης |
reciprocity |
αμοιβαιότητα |
recession |
ύφεση |
recognition |
αναγνώριση |
recommend |
συνιστώ,συμβουλεύω |
recovereble |
ανακτήσιμος |
record |
έγγραφο,
αρχείο,εγγραφή |
recruit |
(ουσ.)νέο
μέλος, νεοσύλλεκτος (ρ) προσλαμβάνω |
recurring costs |
επαναλαμβανόμενες
ή περιοδικές δαπάνες |
reduce |
μειώνω
,ελαττώνω |
reduction |
μείωση |
redundant |
περιτός,πλεονάζων,
υπεράριθμος |
redundancy |
πλεονασμός,
απόλυση πλεοναζόντων εργατών |
refer (to) |
αναφέρομαι
(σε) |
reference |
σύσταση,
αναφορά |
referendum |
δημοψήφισμα |
reflation |
ρύθμιση
για πληθωρισμό ή αντιπληθωρισμό της ποσότητας του κυκλοφορούντος χρήματος για
την αποκατάσταση του επιπέδου τιμών |
refund |
επιστροφή
χρημάτων |
refusal |
άρνηση |
regard |
θεωρώ |
region/regional |
περιφέρεια,
περιοχή/ περιφερειακός |
register |
(ρ.)σημειώνω,
καταγράφω ,εγγράφω -ομαι, (ουσ.) μητρώο, νηολόγιο, βιβλίο ληξιαρχείου |
registered letter |
συστημένο
γράμμα |
registered company |
εταιρεία
εγγεγραμμένη στο πρωτοδικείο ή στο υπουργείο εμπορίου της οποίας οι μετοχές
καταχωρήθηκαν στον χρηματιστήριο μετά από ορισμένη διαδικασία |
registered trademark |
εμπορικό
σήμα |
regressive tax |
κυμαινόμενος
φόρος ανάλογα με την φορολογητέα ύλη (όταν η φορολογητέα ύλη αυξάνει ο
συντελεστής του φόρου μειώνεται και αντίστροφα) |
regular/regulate/regulation |
τακτικός,κανονικός/ρυθμίζω/ρύθμιση |
reject/rejection |
απορρίπτω/απόρριψη |
reimburse/reimbursement |
αποζημιώνω,
επιστρέφω χρήματα/απόδοση, εξόφληση, κάλυψη |
relative to |
σχετικό
με |