Αγγλικοί Οικονομικοί Όροι από "V"

~V~

vacancy κενή θέση εργασίας
vacant κενός , άδειος ( situations vacant κενές θέσεις εργασίας) 
valid έγκυρος , ισχύων 
validity εγκυρότητα
valuation εκτίμηση, αποτίμηση
value (ουσ.) αξία , (ρ)εκτιμώ την αξία , λογαριάζω
Value Added Tax (VAT) φόρος προστιθέμενης αξίας , Φ.Π.Α.
VAT registration εγγραφή για Φόρο Προστιθέμενης Αξίας 
value (face or nominal) ονομαστική αξία
variable cost μεταβλητό κόστος
variation παραλλαγή, παρέκκλιση
vendor (μικρο)πωλητής
verification επαλήθευση
venture εγχείρημα, τόλμημα (εμπορικό, επιχειρηματικό) 
venue τόπος συνάντησης 
version εκδοχή

vessel πλοίο ανοιχτής θάλασσας
viability βιωσιμότητα
vital ουσιώδης, κρίσιμος
violation παραβίαση
vocation επάγγελμα
vocational training επαγγελματική εκπαίδευση
void άκυρος,  χωρίς νομική ισχύ
volume Όγκος ( εδώ σημαίνει ύψος εμπορικών συναλλαγών) ένταση ήχου 
voluntary  arbitration εκούσια διαιτησία
volunteer εθελοντής
vote (ουσ.)ψήφος, (ρ) ψηφίζω
voting ψηφοφορία
voting shares μετοχές με δικαίωμα ψήφου
voucher δικαιολογητικό δαπάνης, πιστωτικό ή εκπτωτικό  κουπόνι
voyage charter-party ναυλοσυμφωνητικό για ορισμένο μόνο ταξίδι 
   


 
Design by Free WordPress Themes | Bloggerized by Lasantha - Premium Blogger Themes | cheap international calls